Κάποτε, Μυρτὼ γλυκεία, βλέπω εις το όνειρόν μου,
Όνειρον σκληρόν! πως θνήσκεις και νεκρὰ ενώπιόν μου
Κείσαι, και εγὼ το σώμα το νεκρόν σου περιβάλλω,
Και δεν στέργω κατ' ουδένα τρόπον να σε αποβάλω.
Ήδη απτομένας βλέπω τας λαμπάδας τας πενθίμους,
Και ακούω ιερέων μελωδίας νεκρωσίμους,
Και αρχίζω να φωνάζω άγρια, να πίπτω κάτω,
Και να πλαταγώ τα στήθη, και τας κόμας να σπαράττω,
Έως ου εις τας φωνάς μου, εις τα δάκρυα τα τόσα,
Έντρομος η γηραλέα μήτηρ μου αναπηδώσα
Εις τους κόλπους της με βάλλει, και, Παιδίον, τί φωνάζεις;
Όνειρον, με λέγει, είναι, όνειρον, και μη τρομάζης!
Μυρτώ

Ιωάννης Καρασούτσας
(1824 - 1873)
έλληνας ποιητής της Α’ Αθηναϊκής Σχολής.
Βιογραφία